- πολύξενος
- Όνομα ιστορικών και μυθολογικών προσώπων.
1. Ηγεμόνας της Ελευσίνας, ή γιος του Ιάσονα και της Μήδειας.
2. Ένας από τους μνηστήρες της Πηνελόπης. Είχε πάρει μέρος στον Τρωικό πόλεμο ως ένας από τους 4 αρχηγούς των Επειών.
3. Συρακούσιος ηγεμόνας, που ο τύραννος Διονύσιος ο Πρεσβύτερος του είχε δώσει για γυναίκα την αδελφή του Θέστη, για να έχει την υποστήριξη του. Στον πόλεμο του Διονύσιου με τους Καρχηδονίους, πήγε στη Σπάρτη για να ζητήσει βοήθεια, και γύρισε με 30 πλοία, που είχαν αρχηγό τον Λακεδαιμόνιο ναύαρχο Φαρακίδα. Αργότερα όμως διαφώνησε με τον Διονύσιο και εγκατέλειψε τη Σικελία.
* * *ο / πολύξενος, -ον, ΝΑ, και πολύξεινος, -ον, θηλ. και πολυξένα, Ανεοελλ.(ορυκτ.) παραλλαγή τού λευκοχρύσουαρχ.1. αυτός που έχει πολλούς ξένους, ο πολύ φιλόξενος («μηδὲ πολύξεινον μηδ' ἄξεινον καλέεσθαι», Ηρόδ.)2. εκείνος τον οποίον επισκέπτονται πολλοί ξένοι, πολυσύχναστος («τὰν πολυξέναν... ἵκεο Δωρίδα νᾱσον Αἴγιναν», Πίνδ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ-* + ξένος (πρβλ. φιλόξενος)].
Dictionary of Greek. 2013.